Σύνδεση
Αρχική
Έργο
Όραμα
Στόχοι
Οφέλη
Σε ποιους απευθύνεται
Πρόοδος έργου
Παραδοτέα
Μελλοντικά σχέδια
Δημοσιεύσεις
Λογότυπο Έργου
Συνεργάτες
Ερευνητική ομάδα
Συνεργάτες - Ερευνητές
Άλλοι συνεργάτες
Πρόσκληση σε συνεισφορά
Κύριοι Υποστηρικτές
Υποστηρικτές
Κατηγορίες Επιχορηγήσεων
Νέα
Συνδέσεις
Χάρτης Πύλης
Επικοινωνία
Τρόφιμα
Παραδοσιακές Συνταγές
Σιτηρέσιο - Γεύματα
Χώροι Παραγωγής και Διάθεσης
Τεχνικές Παραγωγής
Παραδοσιακά Σκεύη και Εργαλεία
Βιβλιογραφία
Περιήγηση σε Μουσεία Τροφίμων, Λαϊκής Τέχνης & Αγροτικής Ζωής
Διαφημίσεις Τροφίμων
Εκπαιδευτικές Εφαρμογές
Ιστορία Κυπριακών Βιομηχανιών Τροφίμων
Newsletter
λίστα
Κατάλογος ενημέρωσης
Updated list 30 09 14
Updated list 30 09 14b
DIAITOLOGOI
MASS MEDIA
LIST updated 22.1014
Συνέδριο Κυπρίων Γεύσεις
ΣΥΝΕΔΡΙΟ "ΚΥΠΡΙΩΝ ΓΕΥΣΕΙΣ"
23.10.14 xls
mme2test
Schools 25 10 14
TEST3
τεστ
TEST 10 1 17
ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 11 10 17
SXOLEIA MESH & TEXNIKHS
em@il
*
Αναζήτηση Τεκμηρίων
Τίτλος
Τρεμιθόπισσα (παφίτικη πίσσα)
Ονομασία - Προέλευση
Λειτουργικός & Συμβολικός Ρόλος
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία Τροφίμου
Ελληνική ονομασία - Περιγραφή
Μαστίχα.
Γλωσσικές Παρατηρήσεις
Λέγεται και άσπρη ή παφίτικη πίσσα. Η τελευταία ονομασία συνδέεται με το δέντρο από το οποίο προέρχεται η ρητίνη, η πρώτη ύλη για την παρασκευή της πίσσας. 1 Το δέντρο αυτό είναι η Pistacia atlantica, subsp. Cypricola, Πιστακία η ατλαντική, υποείδος η κυπριακή, ο τρέμιθος, Terebinth Tree (Εικ. 2). Ο τρέμιθος είναι φυλλοβόλο δέντρο, ύψους μέχρι 16 μ., το οποίο θεωρείται ενδημικό της Κύπρου. Μεμονωμένα δέντρα ή συστάδες δέντρων απαντώνται στην επαρχία Πάφου, ενώ μεγάλα δέντρα βρίσκονται κοντά σε εκκλησίες και μέσα σε κοινότητες των επαρχιών Λεμεσού και Λάρνακας. Το επίθετο atlantica συνδέεται με το όνομα του όρους Άτλας της Αλγερίας. Το επίθετο cypricola δόθηκε στο υποείδος, προφανώς διότι απαντάται μόνο στην Κύπρο (Εικ. 3). (βλ. επισυναπτόμενο άρθρο) Καρποί της Pistacia atlantica έχουν εντοπιστεί σε προϊστορικούς οικισμούς (π.χ. στην τοποθεσία Κάστρος στο ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα, της 6ης χιλιετίας π.Χ., επίσης στην Καλοψίδα, στην Κισσόνεργα και στη Σωτήρα, της 3ης /2ης χιλιετίας π.Χ.). Η λέξη ki-ta-no, που καταγράφεται σε πινακίδες της Γραμμικής γραφής Β, ερμηνεύεται ως ρητίνη από την Pistacia atlantica, μια ρητίνη που σε ποσότητα μεγαλύτερη του ενός τόνου συμπεριλαμβανόταν στο φορτίο του ναυαγίου του Ulu Burun (1300 π.Χ.) ως εμπόρευμα της Ανατολής προοριζόμενο για το Αιγαίο. Έχει, μάλιστα, διατυπωθεί η υπόθεση ότι η ki-ta-no των πινακίδων μπορεί να ήταν η κυπριακή ρητίνη που πιθανόν εξαγόταν στην Κρήτη (Karageorghis 1996, 66).
Μέθοδος Εξασφάλισης
Συλλογή
Μέθοδος Επεξεργασίας
O Oğuz Yorgancıoğlu, έδωσε τις πληροφορίες του στα Τουρκικά, μέσω του Kadir Kaba, στην κατεχόμενη Λευκωσία . Η περιγραφή αναφέρεται στις δεκαετίες 1930-1950. Το κέντρο παραγωγής της παφίτικης πίσσας (Baf sakızı) ήταν το χωριό Λέμπα (Lemba) της Πάφου. (Eικ. 4). Σχεδόν κάθε οικογένεια στη Λέμπα δούλευε για την παραγωγή της πίσσας, που δεν ήταν επάγγελμα αλλά μια επιπρόσθετη, συμπληρωματική απασχόληση παράλληλα με τις γεωργικές ή άλλες εργασίες. Ο πιο γνωστός παραγωγός ήταν ο κοινοτάρχης (muhtar) του χωριού, ο Τζαφέρ (Cafer), ο οποίος εμπορευόταν την παραγωγή, τόσο τη δική του όσο και των άλλων. Όταν το παζάρεμα είχε επιτυχία, κατάφερνε να εξασφαλίσει την καλύτερη τιμή. Εκτός από μερικούς Ελληνοκύπριους (Rum) στα χωριά Έμπα και Μεσόγη, οι κύριοι παραγωγοί ήταν Τουρκοκύπριοι. Η παραγωγή της πίσσας συνεχίστηκε μέχρι και τα τέλη του 1963. Τον επόμενο χρόνο, λόγω των διακοινοτικών ταραχών, οι Τουρκοκύπριοι παραγωγοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό, και η δουλειά της πίσσας σταμάτησε. Η πίσσα ήταν στα χέρια αυτών που την έφτιαχναν στην Πάφο και κυρίως στα χωριά Λέμπα, Κισσόνεργα, Τάλα, αφού στις περιοχές μεταξύ αυτών των τριών χωριών υπήρχε το δέντρο τρέμιθος (τρεμιθκιά, Τουρκ. çitlembik), που ονομάζεται και δέντρο της πίσσας (sakız ağacı). Τα δέντρα ήταν ηλικίας 500, ακόμη και 700-800 ετών. Στην κουφάλα τους χωρούσαν να κρυφτούν 3-4 άτομα. Οι τρεμιθκιές αποτελούσαν προσωπική ιδιοκτησία (mülk) και γενικά τις εκμεταλλεύονταν οι ιδιοκτήτες τους. Τα δέντρα που ανήκαν σε Ελληνοκύπριους τα νοίκιαζαν Τουρκοκύπριοι που μάζευαν τη ρητίνη. Τον Απρίλιο, καθαρίζονταν καλά τα σκουπίδια, τα κλαδιά, τα φύλλα, οι πέτρες και άλλα αντικείμενα κάτω από τα δέντρα από τα οποία θα έπαιρναν τη ρητίνη. Με τσεκούρι κτυπούσαν τον κορμό του δέντρου, κατά διαστήματα, από τη βάση των κλαδιών μέχρι κάτω (Εικ. 5). Η εργασία αυτή ονομάζεται baltalama. Από τις σχισμές έτρεχε στο έδαφος η ρητίνη του δέντρου, την οποία συνέλεγαν μια φορά κάθε τρεις μέρες. Για να μην μαλακώνει εντελώς το παχύρρευστο υγρό που έτρεχε από το δέντρο, το μάζευαν από πολύ νωρίς το πρωί, προτού πιάσει η ζέστη. Η συλλογή γινόταν με μια βέργα μήκους 15-20 εκατοστών. Άγγιζαν με τη βέργα τη ρητίνη που είχε πέσει στο έδαφος, αυτή κολλούσε πάνω στη βέργα και την τοποθετούσαν μέσα σε δοχείο (τενεκέ βενζίνης - benzin tenekesi). Ο τενεκές αυτός ήταν η μονάδα μέτρησης και όταν γέμιζε τότε προχωρούσαν στο βράσιμο. Για το πρώτο φιλτράρισμα, το υλικό περνούσε μέσα από πυκνό θαμνοειδές φυτό, το θρουμπί (θυμάρι, Τουρκ. tülümbe), κλαδί του οποίου τοποθετούσαν στο άνοιγμα άλλου τενεκέ. Το φιλτράρισμα γινόταν πολύ αργά και μπορούσε να διαρκέσει 1-2 μέρες. Το υλικό που μαζεύεται μετά από το φιλτράρισμα ονομάζεται τριμηντίνα (drimindina) (Προφανώς είναι η τερμινθίνη του Διοσκουρίδη, ημίρρευστος ρητίνη, κατά το Ιατροσοφικόν, 188). Κατόπιν ζεσταίνανε την τριμηντίνα στη φωτιά, σε θερμοκρασία όχι υψηλότερη των 50 βαθμών, μέχρι να γίνει ρευστή. Τη ζεστή τριμηντίνα φιλτράρανε περνώντας την μέσα από ύφασμα κάμποτ, στερεωμένο στο άνοιγμα δοχείου που περιείχε κρύο νερό. Για καλό φιλτράρισμα, το ύφασμα έπρεπε να είναι καθαρό, αχρησιμοποίητο. Για να επισπεύσουν τη διαδικασία του φιλτραρίσματος, δύο άτομα έπιαναν μαζί τις δύο άκρες του υφάσματος και το σηκώνανε. Ένα τρίτο άτομο έβαζε από ένα μακρύ ξύλο στις δύο πλευρές του υφάσματος που ήταν γεμάτο με την τριμηντίνα. Τα ξύλα αυτά τα πίεζαν δυνατά προς τα κάτω, κάνοντας έτσι όλο το υλικό να πέσει μέσα στο κρύο νερό, διαπερνώντας το ύφασμα. Στο επόμενο στάδιο, ο παρασκευαστής έκοβε ένα κομμάτι πίσσας, περίπου μισή οκά, και άρχιζε να τη μαλάσσει με τα χέρια του, να την τραβά και να τη διπλώνει, ξανά και ξανά, για μισή ώρα. Εμπειρικά καταλάβαιναν πότε η πίσσα ήταν έτοιμη, και δίνοντάς της σχήμα σπειροειδούς κουλουριού, την τοποθετούσαν σε καθαρό και υγρό ύφασμα κάμποτ, πάνω σε τραπέζι. Όταν όλη η πίσσα σε κομμάτια της μισής οκάς είχε δουλευτεί και ετοιμαστεί, την άφηναν ένα μερόνυχτο να ωριμάσει. Κατόπιν την τύλιγαν σε λαδόχαρτο και τη φύλαγαν σε κατάλληλη θερμοκρασία. Την πίσσα που παρασκεύαζαν με αυτή την διαδικασία, την πωλούσαν σε κομμάτια της μισής οκάς προς δύο λίρες Κύπρου την οκά, κατά τα τέλη της δεκαετίας 1940 με αρχές της δεκαετίας 1950. Το δέντρο δεν μπορεί να χαρακωθεί (baltalama) πριν γίνει δέκα ετών. Η εποχή της πίσσας διαρκούσε από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο ή και Οκτώβριο. Μπορούσαν να πάρουν πίσσα από το δέντρο σχίζοντάς το με το τσεκούρι μόνο μια φορά σε κάθε περίοδο. Στο τέλος της περιόδου, το δέντρο δεν έδινε άλλη πίσσα. Ένα μεγάλο δέντρο μπορεί να δώσει μέχρι και δύο οκάδες τριμηντίνα, και όταν αναπτυχθεί πλήρως, μπορεί να δώσει μέχρι και 4-5 οκάδες. Όταν ο προηγούμενος χειμώνας ήταν βροχερός, τα δέντρα ήταν πιο παραγωγικά. Σε καλές χρονιές, η συνολική παραγωγή πίσσας στην περιοχή της Πάφου μπορούσε να φτάσει τις 100 οκάδες. Η έναρξη του κινήματος της ΕΟΚΑ το 1955 είχε αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή της πίσσας. Οι άντρες της ΕΟΚΑ είχαν τα κρησφύγετά τους στις ορεινές περιοχές με δέντρα, και οι Τούρκοι χωρικοί δεν τολμούσαν να βγουν για τη συλλογή της τριμηντίνας. Το 1958 οι Τουρκοκύπριοι της Λέμπας εγκατέλειψαν το χωριό και κατέφυγαν στο Κτήμα αλλά και στη Μεσαορία. Έτσι η παραγωγή της πίσσας διακόπηκε. Επιπλέον, άρχισε να εισάγεται τριμηντίνα από τη Βηρυτό. Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας το 1960, οι Τουρκοκύπριοι της Λέμπας επέστρεψαν στο χωριό τους και άρχισαν πάλι να ασχολούνται με την παραγωγή της πίσσας. Αυτό δεν διήρκεσε πολύ. Το 1964, λόγω των διακοινοτικών ταραχών, έφυγαν πάλι και η παραγωγή της πίσσας σταμάτησε. Την παρασκευή πίσσας, μας περιέγραψε λεπτομερέστερα η κα Πραξού Δημητρίου, η οποία γεννήθηκε το 1921 στην Κισσόνεργα της Πάφου και μέχρι σήμερα ζει εκεί. Έκανε η ίδια όλη τη διαδικασία και θυμάται κάθε λεπτομέρεια, από την εποχή γύρω στο 1940. Η οικογένειά της και ο θείος της είχαν πολλές τρεμιθκιές και μάζευαν τη ρητίνη κάθε καλοκαίρι. Χτυπούσαν τα δέντρα, και 3-4 μέρες αργότερα, πήγαιναν χαράματα με τη δροσιά για τη συλλογή της ρητίνης που έπεφτε στο καθαρισμένο από πριν έδαφος. Τη μαζεύανε από κάτω με μικρό ξύλο και τη βάζανε σε τενεκεδένιο δοχείο. Όταν την έφερναν στο σπίτι, τοποθετούσαν στο άνοιγμα μαείρισσας (κατσαρόλας) τέλιν της αρμαρόλας (λεπτό μεταλλικό πλέγμα, σήτα) και την περνούσαν για να καθαρίσει από τα χώματα. Σύντομη έκθεση στον ήλιο διευκόλυνε το φιλτράρισμα. Όταν μαζευόταν ποσότητα, τη ζεσταίνανε να κάψει καλά, μέσα στο ίδιο δοχείο, και κατόπιν την περνούσαν από δίμιτο ύφασμα σε άλλη κατσαρόλα που περιείχε λίγο νερό, μικρότερη ποσότητα από την τριμηντίνα. Τη βάζανε στη φωτιά και την έβραζαν καλά, να χοχλάσει, ανακατεύοντας και προσέχοντας την ένταση της φωτιάς για να μην ξεχειλίσει, γιατί άφριζε και ξεχειλίζοντας ήταν επικίνδυνο να κρούσει (να καεί). Την αφήνανε να χοχλάσει κάμποσο και κατόπιν τη δοκιμάζανε για να δουν αν ήταν έτοιμη. Με ξύλινη κουτάλα έριχναν μικρή ποσότητα σε νερό να κρυώσει και η δοκιμή γινόταν με το χέρι και με μάσημα. Έπρεπε να είναι σκληρή αλλά να μην κολλά στα δόντια. Σε αντίθετη περίπτωση την άφηναν να βράσει κι άλλο. Την έγυρναν κατόπιν σε λεκάνη με κρύο νερό και μόλις κρύωνε την τραβούσανε με τα δυο χέρια μέσα στο νερό και μετά έξω στον αέρα και πάλι στο νερό, ώσπου το χρώμα της από κιτρινωπό να γίνει άσπρο. Την κόβανε σε κομμάτια και τη βάζανε σε καθαρό ύφασμα πάνω σε δίσκο. βλ. περισσότερα στο επισυναπτόμενο άρθρο.
Λειτουργικός & Συμβολικός Ρόλος
Διατροφική Αξία και Σημασία στη Διατροφή των Κυπρίων
Την πίσσα παρασκεύαζαν αποκλειστικά για δική τους χρήση και για δώρα, δεν την πουλούσαν. Τη χρησιμοποιούσαν μόνο για μάσημα. Γενικά επικρατούσε η αντίληψη ότι κάνει καλό στο στομάχι, στην πέψη . Σε κουλούρια, φλαούνες κλπ., έβαζαν μαστίχα Χίου. Κάθε δέντρο έδινε μισή ή μια οκά σε όλη την περίοδο της συγκομιδής. Την παραγωγή πίσσας σταμάτησαν μέσα στη δεκαετία του 1950. βλ. περισσότερα στο επισυναπτόμενο άρθρο.
Εορταστικές Περιστάσεις
test test test test test test test etst
Συμβολικές Χρήσεις
test test test test test test test etst
Χρήση από Ηλικιακές Ομάδες
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Χρονολογία
Συμπληρωματικά Στοιχεία
Καρποί της Pistacia atlantica έχουν εντοπιστεί σε προϊστορικούς οικισμούς (π.χ. στην τοποθεσία Κάστρος στο ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα, της 6ης χιλιετίας π.Χ., επίσης στην Καλοψίδα, στην Κισσόνεργα και στη Σωτήρα, της 3ης /2ης χιλιετίας π.Χ.). Η λέξη ki-ta-no, που καταγράφεται σε πινακίδες της Γραμμικής γραφής Β, ερμηνεύεται ως ρητίνη από την Pistacia atlantica, μια ρητίνη που σε ποσότητα μεγαλύτερη του ενός τόνου συμπεριλαμβανόταν στο φορτίο του ναυαγίου του Ulu Burun (1300 π.Χ.) ως εμπόρευμα της Ανατολής προοριζόμενο για το Αιγαίο. Έχει, μάλιστα, διατυπωθεί η υπόθεση ότι η ki-ta-no των πινακίδων μπορεί να ήταν η κυπριακή ρητίνη που πιθανόν εξαγόταν στην Κρήτη (Karageorghis 1996, 66). Στην κυπριακή ρητίνη, όπως και στο δέντρο τέρμινθος, αναφέρεται αιώνες αργότερα ο Διοσκουρίδης (1ος αι. μ. Χ.): “Τέρμινθος γνώριμον δένδρον… η δε εξ αυτής ρητίνη κομίζεται μεν εξ Αραβίας της εν Πέτρα, γεννάται δε και εν Ιουδαία και Συρία και εν Κύπρω και εν Λιβύη και εν ταις Κυκλάσι νήσοις, η δη και διαφέρει διαυγεστέρα ούσα, λευκή, υελίζουσα τω χρώματι [και κυανίζουσα], ευώδης, τερμίνθου πνέουσα. προάγει δε πασών των ρητινών η τερμινθίνη και μετά ταύτην η σχινίνη, είτα η πιτυίνη και ελατίνη, μεθ΄ας αριθμούνται η τε πευκίνη και η στροβιλίνη…” (Dioscurides, I.71). Μεταξύ άλλων περιηγητών των νεοτέρων χρόνων, που αναφέρονται στο δέντρο ή στη ρητίνη του, πληροφορίες μας δίνει ο Giovanni Mariti που έζησε στην Κύπρο μεταξύ 1760 και 1767: “Η ρητίνη συλλέγεται στην Κύπρο σε δύο ποιότητες: η πρώτη και τελειότερη είναι εκείνη που στάζει σε καθαρές σταγόνες από εγχαράξεις που γίνονται στην Pistacia terebinthus και συλλέγονται εκεί τα καλοκαιρινά πρωινά. Η κατώτερης ποιότητας είναι εκείνη που έχει ρεύσει στο έδαφος και είναι λιγότερο καθαρή. Και τα δύο είδη εξάγονται σε δοχεία που περιέχουν 20 λίβρες το καθένα… Η τερεβινθίνη της Κύπρου χαίρει μεγάλης φήμης, ιδιαίτερα στη Βενετία. Συλλέγεται κυρίως στην επαρχία Πάφου. Ο δασμός είναι 4,25 γρόσια το κιβώτιο των τεσσάρων δοχείων.” (Mariti (1769) 1971, 119. Πληροφορίες για το δέντρο τρέμιθος, και αναφορές σ΄αυτό και τη ρητίνη του, βλ. στο Χατζηκυριάκου 2007, 152-153). Στην πραγματικότητα, το δέντρο στο οποίο αναφέρεται ο Mariti, είναι η Pistacia atlantica. Κατά την περιήγησή του στην Πάφο το 1839, ο Αμερικανός ιεραπόστολος Lorenzo Warriner Pease παρατήρησε τα δέντρα “called τριμιθούσα, which after being wounded in the trunk yield a gum, resembling pitch, which the women chew. We saw several of these trees” (Severis 2002, 779-780). O L. De Mas Latrie επίσης αναφέρει τη μαστίχα (le mastic) μεταξύ των προϊόντων της Κύπρου (Mas Latrie 1879, 73). Η συνεχής εκκοπή τρέμιθων στα νεότερα χρόνια, έχει μειώσει δραστικά τον αριθμό τους. Για τη διάσωση των αιωνόβιων αυτών δέντρων, το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος έχει συμπεριλάβει τον τρέμιθο μεταξύ των προστατευομένων ειδών (Ο περί Δασών Νόμος Αρ. 49 του 1987, Τροποποίηση του άρθρου 12 του βασικού νόμου του 1967. Βλ. Ε.Ε.., Παρ. I, Αρ. 2220, 3.4.87. Επίσης Νόμος Αρ. 78Α (I) του 2003, Ε.Ε., Παρ. I, Αρ. 3737Α, 16.7.2003, και Νόμος Αρ. 34 (I) του 2005, Ε.Ε., Παρ. I (I), Αρ. 3980, 15.4.2005). Σύμφωνα με το άρθρο 12 του περί Δασών Νόμου και εκδιδόμενα σχετικά Διατάγματα, για την εκκοπή, εκρίζωση, αποκοπή, μετατροπή σε ξυλεία, και μεταφορά των δέντρων που περιλαμβάνονται στον Πίνακα των προστατευομένων δέντρων (Δεύτερος Πίνακας), μέσα ή από οποιαδήποτε ιδιωτική γη, επιβάλλεται η εξασφάλιση άδειας του Διευθυντή του Τμήματος Δασών. Στον Πίνακα του Νόμου του 2005 (Ν. 34(I)/2005, Δεύτερος Πίνακας , Άρθρο 12), αναφέρεται ονομαστικά όχι μόνο ο τρέμιθος, όπως στους προηγούμενους νόμους, αλλά και το είδος Pistacia atlantica. Βλ. επισυναπτόμενο άρθρο.
Βιβλιογραφία
Karageorghis V., 1996: “Some aspects of the maritime trade of Cyprus during the Late Bronze Age”, στο V. Karageorghis and D. Michaelides (επιμ.), The development of the Cypriot economy from the Prehistoric period to the present day, Πανεπιστήμιο Κύπρου, Τράπεζα Κύπρου, Λευκωσία 1996, 61-70. Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου Ευφροσύνη “Τρεμιθόπισσα, πίσσα άσπρη ή παφίτικη πίσσα: η μαστίχα της Κύπρου” (Tremithopissa, white pissa or pafitiki pissa: the mastic (chewing gum) of Cyprus), under publication in Μαστίχα Χίου (Mastic of Chios) Tenth Workshop, Chios, 17-19 October 2008 (Piraeus Bank Group Cultural Foundation, Athens), 10 pages.
Ερευνητής / Καταχωρητής
Ελένη Χρίστου
Φωτογραφίες
Συνημμένα
Περισσότερα
Σχετικό Περιεχόμενο - Συνταγές
Τρεμιθθόσουπα
Πιάτο του καθημερινού τραπεζιού, που καταναλωνόταν από αγροτικές οικογένειες μετά την εργασία στα χωράφια. Η συνταγή προέρχεται από την Άρμου της Πάφου.
Τριμιθιές ξιδάτες
"... τις βράζουμε και τις αφήνουμε να κρυώσουν. Τις βάζουμε σε μία μπουκάλα με ξίδι, νερό και αλάτι." (Παναγιώτα Μικκελή, Κυπερούντα)
Σχετικό Περιεχόμενο - Σχετική Βιβλιογραφία
Karageorghis V., 1996: “Some aspects of the maritime trade of Cyprus during the Late Bronze Age”, στο V. Karageorghis and D. Michaelides (επιμ.), The development of the Cypriot economy from the Prehistoric period to the present day, Λευκωσία 1996, 61-70.
Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου Ευφροσύνη (2008) 'Τρεμιθόπισσα, πίσσα άσπρη ή παφίτικη πίσσα: η μαστίχα της Κύπρου' , under publication in Μαστίχα Χίου (Mastic of Chios) Tenth Workshop, Chios, 17-19 October 2008.
Σχετικό Περιεχόμενο - Τρόφιμα
Παφίτικη πίσσα
Η Παφίτικη πίσσα (ή τρεμιθόπισσα) παρασκευάζεται από τη ρητίνη της τρεμιθκιάς ή τρήμιθου (Pistacia terebinthus ή Pistacia atlantica, subsp. Cypricola).
Πίσσα παφίτικη (Μαστίχα)
Η τερεβινθίνη, γνωστή ως πίσσα, λαμβάνεται από τρεμιθιές μεγάλης ηλικίας από εντομές σε διάφορα σημεία του κορμού του δένδρου με τσεκούρι ή αξίνη. Από τις πληγές, που κατ' αυτόν τον τρόπο προκαλούνται στον κορμό του δένδρου, βγαίνει μια παχύρευστη και ρητινώδης ουσία, η τρεμιντίνα, που είναι παρόμοια με τη μαστίχα και έχει σκούρο χρώμα.
Σχετικό Περιεχόμενο - Χώροι Παραγωγής - Διάθεσης
Εργοστάσια παραγωγής Λουκουμιών (Γεροσκήπου)
Το πρώτο εργοστάσιο που ιδρύθηκε στην Γεροσκήπου το 1895. Η Γεροσκήπου είναι γνωστή παγκύπρια για την παραγωγή των λουκουμιών. Αυτό το παραδοσιακό κυπριακό γλύκισμα είναι γνωστό και ως λίζον και για έναν σχεδόν αιώνα προσφερόταν ως κεραστικό στα καφενεία της υπαίθρου και στα σπίτια. Τα λουκούμια εξακολουθούν να παρασκευάζονται και να πωλούνται στη Γεροσκήπου και σήμερα. Χρησιμοποιούνταν και από τους μωαμεθανούς στις γιορτές της μουσουλμανικής θρησκείας, ιδιαίτερα στο σεκέρ-μπαϊράμ και ...
Θέμα
Περιεχόμενο
Το έργο συγχρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας Κύπρου και τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ΔΕΣΜΗ 2008 χρηματοδοτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ε.Ε
.
Πνευματικά Δικαιώματα
© 2010 - Εικονικό Μουσείο Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής