Σύνδεση
Αρχική
Έργο
Όραμα
Στόχοι
Οφέλη
Σε ποιους απευθύνεται
Πρόοδος έργου
Παραδοτέα
Μελλοντικά σχέδια
Δημοσιεύσεις
Λογότυπο Έργου
Συνεργάτες
Ερευνητική ομάδα
Συνεργάτες - Ερευνητές
Άλλοι συνεργάτες
Πρόσκληση σε συνεισφορά
Κύριοι Υποστηρικτές
Υποστηρικτές
Κατηγορίες Επιχορηγήσεων
Νέα
Συνδέσεις
Χάρτης Πύλης
Επικοινωνία
Τρόφιμα
Παραδοσιακές Συνταγές
Σιτηρέσιο - Γεύματα
Χώροι Παραγωγής και Διάθεσης
Τεχνικές Παραγωγής
Παραδοσιακά Σκεύη και Εργαλεία
Βιβλιογραφία
Περιήγηση σε Μουσεία Τροφίμων, Λαϊκής Τέχνης & Αγροτικής Ζωής
Διαφημίσεις Τροφίμων
Εκπαιδευτικές Εφαρμογές
Ιστορία Κυπριακών Βιομηχανιών Τροφίμων
Newsletter
λίστα
Κατάλογος ενημέρωσης
Updated list 30 09 14
Updated list 30 09 14b
DIAITOLOGOI
MASS MEDIA
LIST updated 22.1014
Συνέδριο Κυπρίων Γεύσεις
ΣΥΝΕΔΡΙΟ "ΚΥΠΡΙΩΝ ΓΕΥΣΕΙΣ"
23.10.14 xls
mme2test
Schools 25 10 14
TEST3
τεστ
TEST 10 1 17
ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 11 10 17
SXOLEIA MESH & TEXNIKHS
em@il
*
Αναζήτηση Τεκμηρίων
Τίτλος
τερατσ̆ιά (τερατσιά),η και τεράτσ̆ια (τεράτσια),τα
Χαρουπιά και χαρούπια.
Ονομασία - Προέλευση
Λειτουργικός & Συμβολικός Ρόλος
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Ονομασία - Προέλευση
Κυπριακή Ονομασία Τροφίμου
Ελληνική ονομασία - Περιγραφή
χαρουπιά και χαρούπια Η χαρουπιά είναι δέντρο πολύ γνωστό σε ολόκληρη την Κύπρο με το κοινό όνομα «τερατσιά». Οι καρποί της, τα χαρούπια, ονομάζονται «τεράτσια».
Γλωσσικές Παρατηρήσεις
ΕΤΥΜ. < λατ. ceras [κέρας], το οποίο έκαναν κεράτι(ο)ν και κατ' αναγραμματισμό τεράτσιν (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα τεράτσιν,το, 466) Επιστημονική ονομασία χαρουπιάς: Ceratonia silicual L. (Χατζηκώστας 1994, 105) Οι κυπριακές ονομασίες «τερατσιά» και «τεράτσιν» προέρχονται από παραφθορά των αρχαιοελληνικών λέξεων «κερατέα» και «κεράτιον», ενώ οι νεοελληνικές ονομασίες «χαρουπιά» και «χαρούπι» προέρχονται από το αραβικό «kharrub» (Γεννάδιος 1914, 497). Για την ονομασία της χαρουπιάς κάνει νύξη και ο Αρχιμανδρίτης Λεόντιος Χατζηκώστας στο άρθρο του «Η χαρουπιά στο χωριό μου την εποχή του μεσοπολέμου»: Στην Κύπρο η χαρουπιά ονομάζεται «τερατσιά» και είναι παράγωγο της λέξης «Κερατέα», εξαιτίας προφανώς του καρπού της που είναι μακρύς σαν κέρατο και λέγεται «τεράτσιν» (πληθ. τεράτσια) (Χατζηκώστας 1994, 105). Οι παράγωγες λέξεις «χαρουπόμυλος» και «χαρουπόμελο», λέγονται «τερατσόμυλος» και «τερατσόμελον» αντίστοιχα. Το πυκνοφυτεμένο χωράφι από χαρουπιές ο λαός το αποκαλούσε «τερατσαρκόν» (Χατζηκώστας 1994, 105). Το υπκρ. του δέντρου είναι η τερατσούδα και του καρπού το τερατσούδιν (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα τεράτσιν,το, 39).
Μέθοδος Εξασφάλισης
Συλλογή
Μέθοδος Επεξεργασίας
Η συλλογή των χαρουπιών ξεκινούσε συνήθως το τρίτο δεκαήμερο του Αυγούστου. Η ημερομηνία έναρξης της χαρουποσυλλογής οριζόταν από την κυβέρνηση. Στη συγκομιδή συμμετείχε όλη η οικογένεια, ενώ όταν η παραγωγή ήταν μεγάλη καλούσαν εργάτες μισθωτούς, τους χαλιστάδες που έριχναν το καρπό με βέργες και τις μαζώχτρες που μάζευαν τον καρπό. Η συλλογή του καρπού ξεκινούσε αφού πρώτα οι άντρες με βέργες έριχναν τα χαρούπια στο έδαφος και οι γυναίκες μάζευαν τον καρπό σε κοφίνια. Η συλλογή των χαρουπιών διαρκούσε περίπου τρεις εβδομάδες (Χατζηκώστας 1994, 105).
Λειτουργικός & Συμβολικός Ρόλος
Διατροφική Αξία και Σημασία στη Διατροφή των Κυπρίων
Η χαρουπιά ευδοκιμούσε στη Κύπρο από τα αρχαία χρόνια (Χατζηκυριάκου 2011). Οι κάτοικοι του νησιού από νωρίς εκμεταλλεύτηκαν τους καρπούς της χαρουπιάς εξάγοντάς το στις γειτονικές χώρες (Σακελλάριος 1855). Ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει πως η Κύπρος παρήγαγε ανώτερης ποιότητας χαρούπια που εξάγονταν με καράβια στην Αίγυπτο και τη Συρία (Αρχιμ. Κυπριανός 1788, 538). Σύμφωνα με τον Αθανάσιο Σακελλάριο, οι χαρουπιές ήταν διεσπαρμένες παντού και στη Λεμεσό το δέντρο καλλιεργείτο από το 1854 (Σακελλάριος 1855). Οι Κύπριοι εξήγαγαν μεγάλες ποσότητες χαρουπιών στη Κωνσταντινούπολη, στη Ρωσία και στην Ιταλία. Τα χαρούπια είτε τα έτρωγαν νωπά είτε τα επεξεργάζονταν για να παρασκευάσουν χαρουπόμελο και παστέλι (Χατζηκώστας Λ, 1994). Το χαρουπόμελο θεωρείτο ο μαύρο χρυσός της Κύπρου, αφού ήταν σημαντικό τρόφιμο (Πετάση 1992).
Εορταστικές Περιστάσεις
Τα χαρούπια δεν χρησιμοποιούνταν σε κάποια εορταστική περίσταση. Παρόλα αυτά, κατά το μάζεμα των χαρουπιών, συνήθιζαν να ψήνουν τερτζελλούδκια ή κουλλουρούδκια με χαρουπόμελο (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 149, 268).
Συμβολικές Χρήσεις
Δεν φαίνεται να έχουν κάποια συμβολική χρήση.
Χρήση από Ηλικιακές Ομάδες
Παιδιά, Χειρωνάκτες
Συμπληρωματικές Πληροφορίες & Βιβλιογραφία
Χρονολογία
Συμπληρωματικά Στοιχεία
Η χαρουπιά είναι δέντρο ξηρικό που ευδοκιμεί στα ημιορεινά. Σε εύφορα πεδινά εδάφη,όμως μπορεί να φτάσει και το ύψος των είκοσι μέτρων, με απόδοση καρπού πάνω από 230 κιλά. Η χαρουπιά αρέσκεται στην καλλιέργεια και αυξάνει την παραγωγή της. Το κλάδεμα επίσης συντελεί στην ανάπτυξη και στην καλύτερη απόδοση του δέντρου. Την εποχή του μεσοπολέμου, στην οποία ανάφερεται ο Αρχιμανδρίτης Λεόντιος Χατζηκώστας, τα κλαδέματα του δέντρου αυτού ήταν πολύ χρήσιμα για την κάλυψη κάποιων αναγκών του νοικοκυριού (ξύλα για το φούρνο, για τη θέρμανση και για τη μαγειρική) (Χατζηκώστας 1994, 105). Ο Ιωάννης Ιωνάς στα «Παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου» αναφέρει πως η χαρουπιά φύτρωνε στις παράκτιες νότιες περιοχές του νησιού από το Πισσούρι μέχρι το Ζύγι και στις παράκτιες πλαγιές των βόρειων περιοχών. Συχνά, οι γεωργοί που δεν ήθελαν να αποστερηθούν τη δυνατότητα παραγωγής των απαιτούμενων δημητριακών, προέβαιναν και σε ετήσια καλλιέργεια των χωραφιών που βρισκόταν η χαρουπιά και έσπερναν δημητριακά ενδιαμέσως των δέντρων (Ιωνάς 2001, 23). Τα εκλεκτότερα κυπριακά χαρούπια θεωρούνταν εκείνα του Πύργου Τηλλυρίας, τα οποία ήταν μεγάλα και χοντρά, είχαν μελιτώδη σάρκα και μπορούσαν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτά εξάγονταν στην Αίγυπτο, όπου καταναλώνονταν νωπά ή παρασκεύαζαν με αυτά δροσιστικά ποτά. Αντίθετα, τα χαρούπια της Καρπασίας θεωρούνταν κατώτερης ποιότητας (Γεννάδιος 1900, 14 και 18). Στον Πύργο και τα γύρω χωριά, η σοδειά των χαρουπιών, που ανερχόταν σε τρεις έως τέσσερεις χιλιάδες τόνους, συγκεντρωνόταν, από τους εμπόρους που την αγόραζαν, σε δύο μεγάλους σωρούς δίπλα από την παραλία και έμενε εκεί για τρεις ή τέσσερεις εβδομάδες, μέχρι να φορτωθεί πάνω στα πλοία. Στην Καρπασία τα χαρούπια συνήθως συλλέγονταν πριν από την ωρίμανσή τους και, πριν αποθηκευτούν, απλώνονταν συνήθως στις ταράτσες των σπιτιών για να αποξηρανθούν, ώστε να μην καταστραφούν κατά την αποθήκευσή τους. Η κατανάλωση χαρουπιών στην Κύπρο ήταν σχεδόν μηδαμινή. Εκτός από κάποιες περιορισμένες ποσότητες που προορίζονταν για ντόπια κατανάλωση και για παρασκευή χαρουπόμελου και παστελλιού, το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής χαρουπιών μεταφερόταν –εντός δύο ή τριών μηνών από τη συγκομιδή τους– στα λιμάνια της χώρας και από εκεί έφευγε για το εξωτερικό. Τα χαρούπια εξάγονταν κυρίως στην Αγγλία, τη Γαλλία και την Αίγυπτο, και κατά δεύτερο λόγο στην Ιταλία, την Ισπανία και άλλες χώρες. Ο πρώτος ο οποίος ασχολήθηκε με την εξαγωγή χαρουπιών προς την Αγγλία ήταν ο Δ. Πιερίδης. Στις αγορές της Αγγλίας, η τιμή των κυπριακών χαρουπιών ήταν ένα-δύο σελίνια τον τόνο υψηλότερη από την τιμή των πορτογαλικών και σικελικών χαρουπιών (Γεννάδιος 1900, 27-28 και 33).
Βιβλιογραφία
Αρχιμανδρίτης Κυπριανός (1788 [1971²]), Ιστορία Χρονολογική της Νήσου Κύπρου, Εκδόσεις Παλιγγενεσίας, Λευκωσία. Γεννάδιος Π. Γ. (1900), Περί κερατέας, Τύποις «Κυπρίου», Λευκωσία. Γεννάδιος Π. Γ. (1914), Λεξικόν φυτολογικόν: Περιλαμβάνον τα ονόματα, την ιθαγένειαν και τον βίον υπερδεκασχιλίων φυτών, εν οις και τα λόγω χρησιμότητος ή κόσμου καλλιεργούμενα, των οποίων περιγράφονται και η ιστορία, η καλλιέργεια, τα προϊόντα και αι νόσοι, Εκ του Τυπογραφείου Παρασκευά Λεωνή, Εν Αθήναις. Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία. Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία. Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία. Κυπρή Θ. - Πρωτοπαπά Κ. Α. (2003), Παραδοσιακά ζυμώματα της Κύπρου. Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧVIII, Λευκωσία. Πετάσης Γ. (1992), Η κωμόπολη της Κυθρέας: ιστορική, αρχαιολογική, πολιτιστική και λαογραφική επισκόπηση, Στέλιος Λειβαδιώτης Λτδ., Λευκωσία. Σακελλάριος Α. Α. (1855), Τα Κυπριακά: Ήτοι πραγματεία περί Γεωγραφίας, Αρχαιολογίας, Στατιστικής, Ιστορίας, Μυθολογίας και Διαλέκτου της Κύπρου. Εις τρεις τόμους, τ. 1, Εκ της Τυπογραφίας Ιω. Αγγελόπουλου, Εν Αθήναις. Χατζηκώστας Λ. (1994), «Η χαρουπιά στο χωριό μου την εποχή του μεσοπολέμου», Λαογραφική Κύπρος 24,44, 105-114. Χατζηκυριάκου Ν. Γ. (2011), Αρωματικά και αρτυματικά φυτά στην Κύπρο. Από την Αρχαιότητα μέχρι Σήμερα, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, Λευκωσία.
Ερευνητής / Καταχωρητής
Βαρβάρα Γιάγκου, Δημητρίου Δήμητρα, Σάββας Πολυβίου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ
Φωτογραφίες
Συνημμένα
Περισσότερα
Σχετικό Περιεχόμενο - Συνταγές
Μελωτά
Γλυκό έδεσμα των νηστειών, παρόμοιο με τα τερτζιελλούθκια. Η ζύμη πλάθεται σε μακαρόνια, τα οποία αφού μισοψηθούν σε νερό, "μελώνονται" σε χαρουπόμελο μέχρι να ψηθούν τελείως. Η συνταγή προέρχεται από τη Δερύνεια της επαρχίας Αμμοχώστου.
Οφτόν της τερατσιάς
Συνταγή από το Ριζοκάρπασο. Το κρέας τοποθετείται ανάμεσα σε στρώματα από κλαδιά χαρουπιάς, και ο πυρωμένος, παραδοσιακός φούρνος κλείνει καλά με λάσπη στις χαραμάδες του στομίου του, για να μην βγαίνει ο καπνός κατά το ψήσιμο.
Σιαμααμούς
Μαρωνίτικη συνταγή. "... όταν δούμε ότι έχει αρκετό κουτρούβι το αλεύρι, βάζουμε λίγο άλας μέσα στη ζύμη, βάζουμε τερατσόμελο και το αναδεύουμε με την κουτάλα διότι είναι ζεστό. Όταν κρυώσει λίγο πλάθουμε σχηματίζοντας ένα σχήμα όπως τις τρούφες." (Μαρία Τερζή, Κορμακίτης)
Σουππούθκια
Το γλυκό αυτό έδεσμα σε παλαιότερες εποχές καταναλωνόταν καθημερινά, αφού ήταν εύγευστο, οικονομικό και πολύ ωφέλιμο. Η δύο παραλλαγές της συνταγής προέρχονται από τον Άγιο Φώτιο Πάφου και τη Μαραθάσα.
Τερτζιελλούθκια ή κουλλουρούθκια με το μέλι (τερατσόμελο)
Σε περιοχές, στις οποίες δεν υπήρχαν αμπελοκαλλιέργειες και συνεπώς δεν παραγόταν έψημα, τα τερτζιελλούθκια ψήνονταν συνήθως σε χαρουπόμελο.
Σχετικό Περιεχόμενο - Σχετική Βιβλιογραφία
Αρχιμανδρίτης Κυπριανός (1788 [1971²]), Ιστορία Χρονολογική της Νήσου Κύπρου, Εκδόσεις Παλιγγενεσίας, Λευκωσία.
Γεννάδιος Π. Γ. (1900), Περί κερατέας, Τύποις «Κυπρίου», Λευκωσία.
Γεννάδιος Π. Γ. (1914), Λεξικόν φυτολογικόν: Περιλαμβάνον τα ονόματα, την ιθαγένειαν και τον βίον υπερδεκασχιλίων φυτών, εν οις και τα λόγω χρησιμότητος ή κόσμου καλλιεργούμενα, των οποίων περιγράφονται και η ιστορία, η καλλιέργεια, τα προϊόντα και αι νόσοι, Εκ του Τυπογραφείου Παρασκευά Λεωνή, Εν Αθήναις.
Ιωνάς Ι. (2001), Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία.
Κυπρή Θ. - Πρωτοπαπά Κ. Α. (2003), Παραδοσιακά ζυμώματα της Κύπρου. Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧVIII, Λευκωσία.
Σακελλάριος Α. Α. (1855), Τα Κυπριακά: Ήτοι πραγματεία περί Γεωγραφίας, Αρχαιολογίας, Στατιστικής, Ιστορίας, Μυθολογίας και Διαλέκτου της Κύπρου. Εις τρεις τόμους, τ. 1, Εκ της Τυπογραφίας Ιω. Αγγελόπουλου, Εν Αθήναις.
Χατζηκυριάκου Ν. Γ. (2011), Αρωματικά και αρτυματικά φυτά στην Κύπρο. Από την Αρχαιότητα μέχρι Σήμερα, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, Λευκωσία.
Χατζηκώστας Λ. (1994), «Η χαρουπιά στο χωριό μου την εποχή του μεσοπολέμου», Λαογραφική Κύπρος 24,44, 105-114.
Σχετικό Περιεχόμενο - Τρόφιμα
γεωργικά προϊόντα,τα
Κερατέα (Xαρουπιά)
Η πρώτη γραπτή αναφορά στην κερατέα χρονολογείται στον 5ο αι.μ.Χ.
παστέλλιν,το
σ̆ερεπέττιν - σ̆ουρουπέττιν,το
Δροσιστικό ποτό από χυμό χαρουπιών.
τερατσόμελον,το
Το χαρουπόμελο.
Χαρούπια, χαρουπόμελο, εξαγωγή κατά τον 18ον αι.
Χαρουπόμελο και παστέλι Ανώγυρας (γαστρονομικός χάρτης)
Αναφορές για το χαρουπόμελο υπάρχουν από παλαιοτάτων χρόνων. “Εκ τούτων δε (δηλ. των χαρουπιών) και εξ αυτών έτι των αγρίων εκβάλλουσιν εν τη νήσω το κεράτιον μέλι, κοινώς τερατσόμελον καλούμενο” (Σακελλάριος, 1885).
Σχετικό Περιεχόμενο - Χώροι Παραγωγής - Διάθεσης
νερόμυλοι για τα χαρούπια και το βαμβάκι,οι
Θέμα
Περιεχόμενο
Το έργο συγχρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας Κύπρου και τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ΔΕΣΜΗ 2008 χρηματοδοτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ε.Ε
.
Πνευματικά Δικαιώματα
© 2010 - Εικονικό Μουσείο Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής