Sign In
Home
Project
Vision
Goals
Benefits
Target group
Integration
Deliverables
Future plans
Publications
Logo
Partners
Research team
Partners - Researchers
Other partners
Contribution
Main supporters
Supporters
Grants
News
Connections
Sitemap
Contact
Foods
Traditional recipes
Ratio - Lunches
Production areas
Production methods
Traditional utensils and tools
Bibliography
Food museums tour
Food ads
Education
Food industries history of Cyprus
Newsletter
newsletter
Κατάλογος ενημέρωσης
Updated list 30 09 14
Updated list 30 09 14b
DIAITOLOGOI
MASS MEDIA
LIST updated 22.1014
Συνέδριο Κυπρίων Γεύσεις
ΣΥΝΕΔΡΙΟ "ΚΥΠΡΙΩΝ ΓΕΥΣΕΙΣ"
23.10.14 xls
mme2test
Schools 25 10 14
TEST3
τεστ
TEST 10 1 17
ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 11 10 17
SXOLEIA MESH & TEXNIKHS
em@il
*
Τεκμήρια
Title
λαλάγγια ή λαλάντζ̆ια (λαλάντζια) - λαλαγγκούδκια - γερούδκια,τα
Είδος τηγανίτων, λουκουμάδες.
Name - Origin
Functional Role
Additional information & references
Name - Origin
Κυπριακή Ονομασία Τροφίμου
Ελληνική ονομασία - Περιγραφή
Το λαλάγγιν/λαλάντζ̆ιν/λαλαγγούδιν/γερούδιν είναι είδος τηγανίτας (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 256-257; Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Λαλάγγια, 74), γλύκυσμα από αλεύρι και λάδι (Πέτρου-Ποιητού 2013, λήμμα Λαλάγγιο, 74).
Γλωσσικές Παρατηρήσεις
ΕΤΥΜ. Η ονομασία τους προέρχεται από τη λέξη λαγαρός, δηλ. χαλαρός, και μάλλον οφείλεται στη χαλαρή ζύμη με την οποία παρασκευάζονταν (Σαμαράς 1992, 83-86). < μτγν. λαλάγγη < (σύμφωνα με Καραποτόσογλου) περσ. lalang (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα λαλάντζ̆ιν - λαλαγγούδιν,το, 247) < βυζ. λαλάγγιον, δηλ. τηγανίτα (ξεροτήανον) (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα λαλάντζ̆ιν,το, 475) Οι τηγανίτες αυτές ονομάζονταν και αλαγγένες. Ο τρόπος παρασκευής τους και η ονομασία τους θυμίζει τα λαλάγγια ή λαλαγγίτες των Βυζαντινών που ήταν είδος τηγανίτας (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 256-257). Το συγκεκριμένο έδεσμα είναι κοινώς γνωστό ως λαγγόπιττα ή λαλαγγόπιττα (Γιαγκουλλής 2009, λήμμα λαλάντζ̆ιν - λαλαγγούδιν,το, 247). Στις πεδινές περιοχές λέγονταν και «κοτζ̆άκαρες» (Κυπριανού 1974, 295). Ο Γεώργιος Λουκάς στο Γλωσσάριό του επισημαίνει ότι λαλάγγια ονόμαζαν στην Πάφο τα κουλούρια, που ήταν είδος άρτου. Σημειώνεται δε ότι λαλαγκίτα σημαίνει τηγανίτα (Κυπρή 1979 [2002²], λήμμα λαλάγγια,τα, 269).
Μέθοδος Εξασφάλισης
Άλλο
Μέθοδος Επεξεργασίας
Ανακάτευαν αλεύρι σε κρύο νερό, αφού πρόσθεταν και λίγο αλάτι, μέχρι να γίνει χυλός. Με βαθουλή κουτάλα ή και με το χέρι έπαιρναν λίγο από το μείγμα και το έριχναν στο τηγάνι, όπου υπήρχε ζεστό λάδι. Έτσι, έφτιαχναν φουσκωτές πίτες διαφόρων σχημάτων. Όταν ήταν έτοιμες, τις σέρβιραν συνήθως με έψημαν ή και με ζάχαρη (Κυπριανού 1974, 295-296).
Functional Role
Διατροφική Αξία και Σημασία στη Διατροφή των Κυπρίων
Τα λαλλαγγούδκια θεωρούνταν πρόχειρο τρόφιμο, που φτιαχνόταν με χυλό, δηλαδή αλεύρι και νερό. Στον χυλό οι νοικοκυρές πρόσθεταν κανέλα και σταφίδες (Σαμαράς 1992, 83). Σερβίρονταν με ζάχαρη, μέλι ή έψημαν (Κυπριανού 1974, 295-296). Ο Ξενοφών Π. Φαρμακίδης σημειώνει στο Γλωσσάριό του πως ο ένζυμος τηγανίτης είναι πάντοτε ελαστικός και δύσκολα μασάται (Κυπρή 1983 [2003²], λήμμα λαλάντζ̆ιν,το, 475).
Εορταστικές Περιστάσεις
Στο χωριό Κάθηκας τα λαλλαγγούδκια τα έφτιαχναν μετά τα τέλος του θερίσματος ή του τρύγου (Σαμαράς 1992, 83).
Συμβολικές Χρήσεις
Χρήση από Ηλικιακές Ομάδες
Άλλη Ομάδα
Additional information & references
Χρονολογία
Συμπληρωματικά Στοιχεία
Σε μερικά χωριά έριχναν όλο τον χυλό στο τηγάνι και έφτιαχναν μεγάλες πίτες. Για να διαχωρίσουν τις μεγάλες πίτες από τα λαλλαγγούδκια, τα ονόμαζαν γέρους (Ζώδια), γερούδκια (Τσακκίστρα), κοτζ̆άκαρες (Κυθρέα) ή παππούδες (Σκυλλούρα) (Κυπριανού 1974, 295-296). Σε μερικά χωριά όπως στη Λύση, τα λαλλαγγούδκια τα έλεγαν ανέμπατα ξεροτήανα, ενώ στο Ριζοκάρπασο τα ονόμαζαν ταραχτά, γιατί απλώς ανακάτευαν αλεύρι με νερό (Κυπρή - Πρωτόπαπα 2003, 256-257).
Βιβλιογραφία
Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Βιβλιοθήκη Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών,70, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία. Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1979 [2002²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Α΄, Γλωσσάριον Γεωργίου Λουκά, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XLI, Λευκωσία. Κυπρή Θ. Δ. (επιμ.) (1983 [2003²]), Υλικά διά την σύνταξιν ιστορικού λεξικού της κυπριακής διαλέκτου, Μέρος Β΄, Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, IX, Λευκωσία. Κυπρή Θ. - Πρωτοπαπά Κ. Α. (2003), Παραδοσιακά ζυμώματα της Κύπρου. Η χρήση και η σημασία τους στην εθιμική ζωή, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, ΧVIII, Λευκωσία. Κυπριανού Χ. Σ. (1974), «Τροφαί του χωριού Τσακκίστρα της Κύπρου», Λαογραφία ΚΘ΄ (ΧΧΙΧ), Εν Αθήναις, 295-310. Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους. Λέξεις και ιστορίες από τον κόσμο της γεύσης, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία. Σαμαράς Π. Μ. (1992), «Παραδοσιακές τροφές από ζυμάρι», Λαογραφική Κύπρος 22,42, 83-86.
Ερευνητής / Καταχωρητής
Βαρβάρα Γιάγκου, Δήμητρα Δημητρίου, Αργυρώ Ξενοφώντος, Τόνια Ιωακείμ
Photographs
Attachments
More
Subject
Body
Το έργο συγχρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας Κύπρου και τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ΔΕΣΜΗ 2008 χρηματοδοτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ε.Ε.
Πνευματικά Δικαιώματα
© 2010 - Εικονικό Μουσείο Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής
GNOMON Pliroforiki (Cyprus) Ltd